Η ιστορία μιας όμορφης εκκλησιαστικής μουσικής παράδοσης που διατηρείται αναλλοίωτη στο χρόνο. Οι σολίστ της χορωδίας του Ναού του Αγίου Βασιλείου στη Μόσχα εξυψώνουν το πνεύμα με τις θαυμάσιες μελωδίες τους, που ακολουθούν τις αρχαίες παραδόσεις της ρωσικής χορωδιακής ψαλμωδίας.
Το χορωδιακό σύνολο «Ντόρος» («Doros»), το οποίο μεταφραζόμενο από τα ελληνικά σημαίνει «Δώρο – πνευματικό χάρισμα», εκτελεί καθημερινά αποσπάσματα έργων και συνθέσεων από τη ρωσική εκκλησιαστική υμνογραφία στο πιο διάσημο ρωσικό Ναό: Τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Βασιλείου στη Μόσχα (Καθεδρικός Ναός της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου επί της τάφρου, ή απλά Ναός «Ποκρόφσκι», όπως είναι η επίσημη ονομασία του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Βασιλείου του Ευλογημένου, της εκκλησίας σύμβολο της Μόσχας στην Κόκκινη Πλατεία).
Η συντάκτρια της RBTH μεταφέρει την εμπειρία της από τα επιβλητικά μουσικά ακούσματα και τη συζήτηση που είχε με τους χορωδούς. Οι καλλιτέχνες εξηγούν πώς καταφέρνουν να διατηρήσουν τις αρχαίες παραδόσεις των ορθοδόξων χορωδιακών ύμνων και ψαλμών και πώς αντιδρούν στη ρωσική εκκλησιαστική μουσική οι ξένοι που επισκέπτονται το Ναό.  
Κάτω από τους τρούλους του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Βασιλείου στην Κόκκινη Πλατεία, σε μια θέση στον κυρίως ναό, βρίσκεται αφημένο ένα παιδικό παιχνίδι. Ήταν μια χειμωνιάτικη ημέρα,  όταν ο τετράχρονος Πέτια ήρθε εδώ με τη μητέρα του και άκουσε τα ρωσικά εκκλησιαστικά άσματα. Η χορωδία έψελνε το «Πάτερ ημών». Η μουσικότητα της ψαλμωδίας τον γοήτευσε τόσο πολύ που ακόμα και όταν τελείωσε, παρά τις παρακλήσεις της μητέρας του να συνεχίσουν τη βόλτα τους στην πόλη, ο μικρός Πέτια δεν ήθελε με τίποτα να αφήσει το χώρο του ναού. Άκουγε προσεκτικά, καθόταν ήσυχα. Και στο τέλος του κονσέρτου, παρέδωσε στους σολίστ το παιχνίδι του, ευχαριστώντας τους με τον τρόπο αυτό για την υπέροχη μουσική που τον είχε συνεπάρει.

Το χορωδιακό σύνολο «Ντόρος» κάνει καθημερινά συναυλίες στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Βασιλείου, που διακόπτονται για λίγα λεπτά στην εναλλαγή των συνθέσεων. Στα διαλλείματα αυτά, καταφέραμε να μιλήσουμε με τους χορωδούς. «Είμαστε πραγματικοί ρώσοι και δεν παραπονιόμαστε για την κούραση στο σώμα και στη φωνή. Όταν κάνεις αυτή την εργασία, θα πρέπει να έχεις και τις κατάλληλες πνευματικές και σωματικές αντοχές», λέει ο ένας από τους σολίστ. Κάθε ένας από τα μέλη της χορωδίας έχει να διηγηθεί τη δική του ιστορία για το πώς τον τράβηξε κοντά του η μαγεία της μουσικής. Μια ιστορία που συνήθως ξεκινάει από την παιδική ηλικία.
Περισσότερα από 12 χρόνια πριν, οι ψάλτες, χορωδοί, τραγουδιστές, όλοι οι καλλιτέχνες που συγκροτούν σήμερα τη χορωδία, συναντήθηκαν στη Μόσχα και άρχισαν να συνεργάζονται. Αρχικά, έψελναν στο Μοναστήρι «Νοβοντέβιτσι», στη συνέχεια μετακόμισαν στη νέα τους έδρα: Τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Βασιλείου στο κέντρο της ρωσικής πρωτεύουσας. «Ο καθένας μας είχε τη δική του πορεία στη χορωδιακή δημιουργία, υπήρξαν στιγμές που μπορούσαμε να σταματήσουμε να ασχολιόμαστε με τη μουσική, να αλλάξουμε είδος δραστηριότητας. Ωστόσο, συναντηθήκαμε εδώ», λέει ο σολίστ Βρούϊρ Ανανικιάν.
Η σύνθεση της χορωδίας είναι πολυεθνική. Ο Βρούϊρ Ανανικιάν, είναι Αρμένιος που ήρθε από τη Γεωργία. Ο Γιεγκόρ Τσερνέγκοφ-Νόμεροφ που κατάγεται από τα Ουράλια, γεννήθηκε στο Μινσκ της Λευκορωσίας. Αλλά οι ίδιοι οι σολίστ, θεωρούν τους εαυτούς τους ρώσους, ισχυριζόμενοι ότι «είναι ρώσοι, όχι εξ αίματος, αλλά λόγω του τρόπου ζωής και σκέψης».
«Αρκεί να πας στο εξωτερικό, και αμέσως νιώθεις ότι είσαι ρώσος. Η Δυτική εκκλησιαστική μουσική είναι στοχαστική, η ρωσική μουσική είναι πραγματική. Εγώ, έτσι το καταλαβαίνω. Η τέλεση της ορθόδοξης Θείας Λειτουργίας αγγίξει σε όλο το τελετουργικό της το μέγιστο: Στη λαμπρότητα της ιερατικής ένδυσης, στην αρχιτεκτονική κομψότητα της εκκλησίας, στην εορταστική και θετική ατμόσφαιρα που κυριαρχεί εντός του ναού», λέει με θαυμασμό ο Τσερνέγκοφ-Νόμεροφ.
Μουσική για την ψυχή
Ο εκκλησιαστικός πολιτισμός στη Ρωσία άρχισε να αναπτύσσεται από το 10ο αιώνα, και μαζί με αυτόν και η νέα μουσική κατεύθυνση, η εκκλησιαστική μουσική. Ο Τσάρος Ιβάν IV (γνωστότερος και ως «Ιβάν ο Τρομερός») που βασίλεψε τον 16ο αιώνα, ήταν λάτρης της εκκλησιαστικής μουσικής, και είχε ο ίδιος δημιουργήσει αρκετά έργα. Στη διάρκεια της βασιλείας του, ιδρύθηκε ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Βασιλείου. «Όσο υπάρχουν ορθόδοξες εκκλησίες, θα ζει και η ρωσική εκκλησιαστική μουσική. Ακόμα και όταν οι κρατικές υπηρεσίες προσπάθησαν να καταστρέψουν τα πάντα στη θρησκεία, οι πιστοί, συνέχισαν να ψέλνουν εκκλησιαστικά έργα διαβάζοντας κοσμικά κείμενα», λέει ο τενόρος Αλεξάντρ Γκορμπάτοφ.
Ο απλός άνθρωπος που έρχεται στο ναό, συχνά δεν παρατηρεί πόσο όμορφοι είναι οι εκκλησιαστικοί ψαλμοί. Είναι τόσο απορροφημένος στην προσευχή, που δεν αντιλαμβάνεται τη χορωδιακή ψαλμωδία σαν μια συναυλία. Για τη χορωδία «Ντόρος», η προσευχή είναι μια ιδιαίτερα συναισθηματική ανθρώπινη έκφραση. Οι καλλιτέχνες προσπαθούν να βιώσουν τον κάθε ψαλμό, τον κάθε ύμνο που εκτελούν. Ο Βρούϊρ Ανανικιάν, μοιράζεται μαζί μας τις εμπειρίες του: «Υπάρχουν κάποιες μαγικές στιγμές που αισθάνεσαι μια απέραντη συγκίνηση. Εάν μπορείς να τραγουδήσεις τόσο πνευματικά, που ο πιστός ο οποίος ήρθε στο ναό να συγκινηθεί σε τέτοιο βαθμό από τους ήχους και τα λόγια του ψαλμού ώστε να κλάψει, και να βιώσεις μαζί του τη στιγμή, είναι κάτι το μοναδικό. Είναι το καλύτερο που μπορεί να ζήσει ένας καλλιτέχνης».
Αισθήματα δέους

Μετά τις παραστάσεις, το εντυπωσιασμένο κοινό πλησιάζει τους καλλιτέχνες και συζητάει μαζί τους: