Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

Ποιοι επίσκοποι της Σερβικής Εκκλησίας είναι κάτοχοι του παπικού δακτυλιδίου

Ας δούμε, όμως, τώρα την ομιλία που εκφωνήθηκε στο παπικό ναό του Βελιγραδίου, μέσα σε μια θρησκευτική τελετή.
«Πρώτα θέλω να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου εξ ονόματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας για την πρόσκληση ... και για την ευκαιρία να συμμεριστώ απόψε μαζί σας τις ταπεινές μου σκέψεις, εντυπώσεις και αισθήματα, σ' αυτή την επίσημη στιγμή που όλη η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία σ' όλο τον κόσμο, με τη συμμετοχή και άλλων χριστιανών και όλων των ανθρώπων της καλής θελήσεως, πανηγυρίζει την αργυρή επέτειο του ποντιφικάτου, της αρχιποιμαντικής διακονίας του Παναγιοτάτου επισκόπου Ρώμης, της καλουμένης αιώνιας πόλης, του ηγέτη της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ή ως εμείς οι Ορθόδοξοι λέμε με τη δική μας ορολογία - του πατριάρχου όλης της χριστιανικής Δύσεως. Η αργυρή επέτειος είναι γεγονός, αφορμή για όλους μας να συλλογιστούμε επάνω σε παράδειγμα και μήνυμα του προσώπου του.

* * *
Πιστεύοντας, λοιπόν -πριν από όλα όλοι οι ρωμαιοκαθολικοί πιστοί- σε κάθε επίσκοπο, και ιδιαίτερα σε πρώτο μεταξύ των επισκόπων του, εκείνου που επί μία σειρά αιώνων, σε ολόκληρα 1000 χρόνια, ήταν και πρώτος επίσκοπος όλης της χριστιανικής οικουμένης, την εποχή που υπήρχε μια και ενιαία χριστιανική οικουμένη, ελπίζουμε και δεόμεθα στο Άγιο Πνεύμα να έλθει πάλι ο χρόνος για αποκατάσταση μιας ενιαίας χριστιανικής οικουμένης, όταν, εάν αυτό πραγματοποιηθεί μέσα σε ιστορία -όπως ελπίζουμε και δεόμεθα- ο επίσκοπος της πόλεως Ρώμης, σύμφωνα με την αρχαία κανονική τάξη, θα γίνει πρώτος επίσκοπος της χριστιανικής οικουμένης.
Ομιλώντας, λοιπόν, για αυτό το πρωτείο, έχω την εντύπωση, και επιτρέψτε μου να το μοιραστώ μαζί σας, ότι ο σημερινός πάπας Ρώμης, η Αυτού Αγιότητα Ιωάννης Παύλος Β', και προσωπικά βίωνε και ενώπιον όλου του κόσμου μαρτύρησε την διακονία του και το πρωτείο του, πριν από όλα ακριβώς ως διακονία εις το όνομα της αγάπης του Χριστού. Όχι πρωταρχικά ως εξάσκηση της εξουσίας και δικαιοδοσίας του, αλλά ως γεγονός της νέας κεχαριτωμένης εν Χριστῴ ζωής μας, ζωής ως καινής κτίσεως εν Χριστῴ, αναγεγεννημένων και Πνεύματι Αγίῴ τεθεραπευμένων προσωπικοτήτων, βεβαπτισμένων, κεχρισμένων και κοινωνών των αγιασμάτων του Σώματος και Αίματος του Χριστού.
Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί αυτή η βαρύτητα της διακονίας, και όχι της εξουσίας. Η προσωπικότητα του Ιωάννου Παύλου Β' όντως εκπληροί τον ρόλο και του άλλου τιμητικού του τίτλου, του τίτλου του ποντίφικα, κατασκευαστή γεφυρών[3], διακονώντας όλους, πριν από όλα την Εκκλησία του και την ενότητα της, και μετά διακονώντας όσο καλύτερα είναι δυνατόν την ενότητα όλων. Με αυτόν τον τρόπο πράγματι κατασκευάζει γέφυρες και δείχνει τον εαυτό του ως γνήσιο κατασκευαστή γεφυρών πνευματικότητος, τον ποντίφικα.
Δεν πρέπει να αποσιωπήσω ότι ένας εκ των μεγάλων Αγίων Πατέρων και διδασκάλων, του οποίου και εγώ ο ανάξιος έχω το μοναχικό μου όνομα Ειρηναίος -άλλωστε Έλληνας τῴ γένει από τη Μικρά Ασία και έμμεσα μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, αποστόλου της αγάπης ο οποίος πρώτος στην Εκκλησία έλαβε τον τίτλο του θεολόγου- άνθρωπος ο οποίος με τη ζωή του και την προσωπικότητά του συνέδεε εις τον εαυτό του την ενότητα της αγάπης[4], την χριστιανική Ανατολή με την Δύση, τ.ε. την οικουμένη, ως να ήταν επίσης παράδειγμα και πρόδρομος του σημερινού πάπα Ρώμης Ιωάννου Παύλου Β', ο οποίος με τη ζωή και τη διακονία του, καταγόμενος από την Ανατολική Ευρώπη, από τον σλαβικό μας κόσμο, και ζώντας εις την Εκκλησία της Πολωνίας έως το 1978, μέχρι την εκλογή εις τον θρόνο του Πέτρου στην Ρώμη [sic!], από κοντά και σε επαφή με την Ορθόδοξη Εκκλησία και διακονώντας ύστερα και μέχρι του νυν ... με αυτόν τον τρόπο ενώνει την Ανατολή και την Δύση, θέλοντας να δημιουργεί, και δημιουργεί γέφυρες μεταξύ τους.
Διατί μνημόνευσα τον άγιο Ειρηναίο Λυώνος; Διότι αυτός κάποτε, στις αρχές του τρίτου αιώνος μετά την γέννηση του Χριστού, ως μεγάλος θεολόγος της όλης Εκκλησίας Ανατολής και Δύσεως, αναφερόμενος στο πρωτείο της Εκκλησίας της Ρώμης εις τον τότε χριστιανικό κόσμο, απεκάλεσε την Εκκλησία αυτή ως «Εκκλησία προεδρεύουσα εν αγάπη».
Αυτή είναι η ουσιώδης διάσταση και εγώ πιστεύω ότι αυτό που λέω εκφράζει όχι μόνο εμένα και την ορθόδοξη θεώρηση αλλά και όλους εσάς, και ότι εκφράζει την γνήσια θεώρηση των καθολικών χριστιανών, συμπεριλαμβανομένης και της Αυτού Αγιότητος πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Η ουσία της διακονίας του, της ευθύνης του, της θέσης του στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, συνίσταται εις το να καταβάλει κάθε προσπάθεια ώστε να συμβάλει στη διακονία, στη σωτηρία όλων ... εις το όνομα της αγάπης, δια τη σωτηρία όλων.
Αυτό είναι εξάλλου το περιεχόμενο κάθε πρωτείου, του επισκοπικού, του ιερατικού, και μεταξύ πιστών, και μεταξύ μεγαλύτερων και νεότερων κτλ. Κάπως, εμείς οι Ορθόδοξοι στην θεολογική θεώρηση των προβλημάτων αυτών, δεν θα θέλαμε τις εποχές του ιστορικού υπερτονισμού του πρωτείου αυτού της διακονίας και της προεδρίας εν αγάπῃ -όπως και όχι πάντα πετυχημένης έκφρασής του κατά την διάρκεια των αιώνων- να διορθώνουμε ζητώντας ως άλλη λύση, άλλη προοπτική την κατάργηση ή την ατονία της κάθε μιας τέτοιας διακονίας εις την Εκκλησία. Εξ αντιθέτου θεωρούμε ότι η σύνθεση και αμοιβαία περιχώρηση των δύο θεμελιωδών  αρχών στην οργάνωση της Εκκλησίας: αρχής της sobornost, όπως τον καλούμε εμείς, τ.ε. συνοδικότητας -αρχής που η Β΄ Βατικάνειος Σύνοδος επίσης τόνισε και σ' αυτό το σημείο συναντήθηκε με την Ορθόδοξη Εκκλησία και όλη την Εκκλησία όλων των αιώνων- αλλά και της αρχής ότι αυτή η κοινωνία εν Χριστῴ δεν δύναται να είναι ακέφαλη, ως και η Εκκλησία δεν είναι ακέφαλη, αλλά είναι σώμα Χριστού, και ο Χριστός είναι κεφαλή της Εκκλησίας.

* * *
Νομίζω ότι την βαθιά πεποίθησή του εις την σπουδαιότητα της διακονίας του ... και την αφοσίωσή του στην εκτέλεση της μέχρι τέλους, μέχρι ιδρώτος και αίματος, καθώς το απαιτεί το Ευαγγέλιο, δεν μπορεί να του αρνηθεί κανείς.
Εγώ είχα την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά και τον προκάτοχό του, του οποίου το όνομα συμπεριελήφθη και εις το όνομά του, της μακαρίας μνήμης πάπα Παύλο ΣΤ'. Αυτός ήταν άλλος χαρακτήρας, όμως το ίδιο επιβλητικός εις την απλότητά του, ταπείνωση και αφοσίωση στην διακονία.
Τον σημερινό πάπα την Αυτού Αγιότητα Ιωάννη Παύλο Β΄ συνάντησα, όσο μπορώ να θυμηθώ, τέσσερις φορές τουλάχιστον. Τρεις φορές μαζί με τον αδελφό μου τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιο, και μία φορά με άλλους τρεις επισκόπους, χωρίς τον αναφερθέντα Μητροπολίτη. Αυτό ήταν πρόσφατα κατά την ώρα της πανηγυρικής ποντιφικής λειτουργίας στο Osijek [της Κροατίας].
Κάθε φορά -τόσο πριν από δέκα χρόνια που πρώτη φορά μιλήσαμε με την Αυτού Αγιότητα, όσο και τον περασμένο Φεβρουάριο που δύο φορές, μια φορά σύμφωνα με το επίσημο πρωτόκολλο και άλλη φορά σε κατ' ιδίαν γεύμα έξω από κάθε πρωτόκολλο κατόπιν προσκλήσεως της Αυτού Αγιότητος, συζητήσαμε- η συζήτηση πάντα ήταν εγκάρδια και ειληκρινής, μέσα σε ατμόσφαιρα αγάπης και ενδιαφέροντος για μας, για τα προβλήματα και δυσκολίες μας, για τον σταυρό μας, επιθυμώντας να μας βοηθήσει όσο είναι δυνατόν περισσότερο. Εμάς μας έκανε κατά τις συζητήσεις αυτές, θέλω να το τονίσω, μεγάλη εντύπωση η καλή ενημέρωση που είχε η Αυτού Αγιότητα για μας και η επιθυμία του να παρακολουθεί σε λεπτομέρειες την ζωή και τα προβλήματα της Εκκλησίας μας όπως και των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Από τις ερωτήσεις που μας έκανε αυτό ήταν ορατό και αισθητό. Οι απαντήσεις μας βεβαίως ήταν ανάλογες και εμείς με την συγκίνηση στην ψυχή μας διαπιστώσαμε ακριβώς αυτό, ότι δεν μας βλέπει σαν ξένους, σαν χριστιανούς δευτέρας κατηγορίας.
Αυτό έδειξε και χαρίζοντάς μας τον επισκοπικό σταυρό το οποίο δίδει στους ρωμαιοκαθολικούς επισκόπους, και ένας από τους στενούς συνεργάτες του μας είπε αργότερα, ειλικρινά, αδελφικά, με αγάπη: "Μη νομίζετε ότι αυτό είναι μόνο τυπικά. Εάν ήτο τυπικά θα είχατε λάβει κάτι άλλο ως δώρο, ίσως βιβλίο ή κάτι ανάλογο. Αλλά με το να λάβετε σταυρό και δαχτυλίδι, αυτό είναι μήνυμα ότι Σας βλέπει ως κανονικούς επισκόπους της Εκκλησίας του Χριστού, όπως βλέπει και τους δικούς του επισκόπους". Εμάς αυτή η πράξη μας συγκίνησε ακόμη περισσότερο.
Έχω ήδη παραβεί τον λόγο που έδωσα πως δεν θα μακρηγορήσω. Ζητώ συγγνώμη άλλα ήθελα με λίγα λόγια να μεταφέρω όλη την εντύπωση που έχει ο άνθρωπος σε συνάντηση με πρόσωπο που θα είχε όλο το δικαίωμα να ζει πιο απομακρυσμένα από τον κόσμο απ' ότι ζούσε οποιοσδήποτε άλλος επίσκοπος στην ιστορία, μόνο αν ήθελε να επικαλεστεί την κατάσταση της υγείας του και την ηλικία του. Αλλά παρόλο τον σταυρό του ... απολύτως περιφρονώντας τον εαυτό του και την φυσική, ανθρώπινη ανάγκη για ανάπαυση, ξεκούραση, θεραπεία, για προσωπική ζωή, αυτός προσπαθεί συνεχώς να βρει τον χρόνο και για στοχασμό, διαλογισμό [meditation], για θεολογικά κείμενα, ακόμα και για την ποίηση καθώς ακούσαμε.
Αυτή η πολύ ισχυρή θέληση και η προθυμία του για ολοκληρωτική αυτοθυσία μαρτυρεί ότι πρόκειται για πολύ έντονη εσωτερική πνευματική και η εν προσευχή ζωή, και εκφράζει πνευματική δύναμη που σήμερα, ίσως και σε άλλες εποχές, ιδιαίτερα όμως σήμερα, πολύ σπάνια συναντάται. Γι' αυτό και σε εκείνους που δεν συμμερίζονται όλο το περιεχόμενο της πίστεως με τους αδελφούς ρωμαιοκαθολικούς -χριστιανούς και μη- η προσωπικότητά του επιδρά με εξαιρετική δύναμη. Δεν ξέρω κατά πόσο δύναμαι να το εκφράσω αυτό.
Έτσι από τις δικές μου -όχι τόσο σπάνιες, όχι τόσο συχνές- εμπειρίες ενός απλού επισκόπου μιας μικρής Εκκλησίας, όπως είναι η Εκκλησία που υπηρετώ, μπορώ εντούτοις να ισχυριστώ ότι ένιωσα την παρουσία ενός όντως εξαιρετικού και με τον τρόπο του χαρισματικού προσώπου στα όρια αλλαγής χιλιετίας.

* * *
Εγώ τον επισκέφτηκα και πρόσφατα και μπορώ να πω ότι και σε τόσο πλήθος υποχρεώσεων και στενοχωριών, με τον υπάρχοντα σταυρό του βιοτικό και ποιμαντικό, πάλι, όπως με πληροφόρησαν, έβρισκε τον χρόνο να ρωτήσει: "Που είναι εκείνοι οι βέστσοβοι Σέρβοι [vescovi = επίσκοποι στα ιταλικά]", που τον επισκέφτηκαν; Αυτό ήταν επίσης πολύ συγκινητικό για τον δεσπότη Αμφιλόχιο και για μένα».

Δύο χρόνια αργότερα (7-12-2005) ο επίσκοπος Μπάτσκας έκανε μία διάλεξη στη Ρωμαιοκαθολική Αρχιεπισκοπή του Ζάγκρεμπ με θέμα: «Ορθόδοξη θεώρηση των καθολικό-ορθοδόξων σχέσεων 40 χρόνια μετά την άρση αναθεμάτων του 1054[5]». Τον επίσκοπο Μπούλοβιτς προσφώνησαν πρώτα ο καρδινάλιος του Ζάγκρεμπ Josip Bozanic, ύστερα ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επισκοπικής Συνελεύσεως της Κροατίας για Οικουμενισμό και διάλογο βοηθός επίσκοπος του Ζάγκρεμπ Vlado Kosic, και μετά τον παρουσίασε στο ακροατήριο ο πρόεδρος του τμήματος της οικουμενιστικής θεολογίας της Ρωμαιοκαθολικής θεολογικής Σχολής του Ζάγκρεμπ καθηγητής Jure Zecevic. Στο ακροατήριο ήσαν παρόντες οι καθηγητές και φοιτητές της παπικής Θεολογικής Σχολής του Ζάγκρεμπ, παπικοί «ιερείς, μοναχοί, και μοναχές», αντιπρόσωποι των άλλων χριστιανικών δογμάτων στη Κροατία και τα ΜΜΕ. Είναι σαφές ότι υπήρξε οργανωμένη προσέλευση στη διάλεξη του επισκόπου Μπάτσκας στο Ζάγκρεμπ -συγκεντρώθηκε η αφρόκρεμα της παπικής αιρέσεως στη Κροατία να τον ακούσουν- και ότι εδόθη μεγάλη σημασία και τιμή εκ μέρους της παπικής ηγεσίας της Κροατίας στον ομιλητή. Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήττει, διότι πρόκειται πλέον για έναν επίσκοπο ισότιμο με τους παπικούς -γεγονός αποδεδειγμένο από τον πάπα- ο οποίος απλώς υπηρετεί σε μία Ορθόδοξη Εκκλησία. Ας δούμε μερικά σημεία της διαλέξεως.
Αμέσως στην αρχή διετάθη ότι τα κείμενα των αναθεμάτων του 16 Ιουλίου 1054 ιστορικά δεν δημιούργησαν de facto το σχίσμα, ως συνήθως θεωρείται, αλλά δημιούργησαν μόνο μια από τις προϋποθέσεις για να ακολουθήσει το σχίσμα. Τόνισε επίσης ότι σήμερα λογικά μπορεί να υποστηριχτεί πως τα αναθέματα ήταν ad hominem, τ.ε. αφορούσαν τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Δια τούτο, όσον αφορά τα αναθέματα, μάλλον δεν μπορεί να υποστηριχτεί ότι έγινε πλήρης, οριστικός και γενικός αφορισμός των Εκκλησιών -της μιας από την άλλη- από την ενότητα των Εκκλησιών του Θεού, εφόσον επρόκειτο για διένεξη συγκεκριμένων προσώπων, καρδιναλίου Ουμβέρτου και πατριάρχου Κυρουλαρίου.
Στη συνέχεια εξέφρασε τη γνώμη ότι ο ίδιος δεν πιστεύει πως οι δύο πρωταγωνιστές, ο καρδινάλιος και ο πατριάρχης, είχαν συνειδητοποιήσει ότι δημιουργούν μόνιμο σχίσμα των δύο Εκκλησιών, πολύ περισσότερο ολόκληρης της Χριστιανικής Ανατολής από τη Δύση. Επιβάλλεται επίσης να τεθεί το ερώτημα της νομιμότητας των αποφάσεών τους, διότι ουδείς από τους δύο δεν συμβουλεύθηκε την Εκκλησία του πριν λάβει οριστική απόφαση, τα υπόλοιπα Πατριαρχεία αφενός, και τον ίδιον τον Πάπα αφετέρου. Αυτές οι πράξεις όμως των συγκεκριμένων ιστορικών προσώπων -που βρέθηκαν σε διένεξη- εκ των υστέρων εξαπλώθησαν στις δύο Εκκλησίες της «Παλαιάς» και της «Νέας» Ρώμης, και με την σιωπηλή υποδοχή κατέληξαν γενικώς αποδεκτό γεγονός. Πρέπει όμως να τονιστεί, κατά τον επίσκοπο Μπάτσκας, ότι η ενότητα των Εκκλησιών με αυτή την πράξη δεν είχε οριστικά διακοπεί, αλλά συνεχίστηκε έτσι για αρκετό καιρό. Ώστε το 1054 δεν σημάδεψε το τέλος της ευχαριστιακής και κανονικής κοινωνίας, διότι υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες οι οποίες μαρτυρούν και για τις μετέπειτα περιπτώσεις ευχαριστιακής κοινωνίας, εάν είναι κάν δυνατόν να μιλάμε για οριστική διακοπή ενότητας. Επρόκειτο για μια μακροχρόνια εξέλιξη η οποία τις έφερε σε οριστικό μεταξύ αλλήλων χάσμα. Είναι όμως αναμφίβολο ότι η άρση αναθεμάτων -παρ' όλες τις αμφισβητήσεις- μαρτυρεί τη συνεχή δράση του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία.
Την οικουμενιστική ομήγυρη στο τέλος της διαλέξεως χαιρέτησε και ο κοσμήτωρ της Ρωμαιοκαθολικής θεολογικής σχολής του Ζάγκρεμπ Τensek, διακρίνοντας στη σκέψη του επισκόπου Μπάτσκας πνεύμα του «μάρτυρα του Χριστού», και υπενθυμίζοντας την περίοδο 1974-1990 που διεξάγονταν οικουμενιστικά Συνέδρια με τη συμμετοχή και των τριών θεολογικών σχολών, του Βελιγραδίου, του Ζάγκρεμπ και της Λιουμπλιάνας [Σλοβενίας], πορεία που διεκόπη με τις πολεμικές πράξεις που άρχισαν το 1991. Η διάλεξη ολοκληρώθηκε με την συμπροσευχή για την ενότητα των Χριστιανών.
Το ερώτημα που τίθεται ευθύς αμέσως είναι πώς αυτή η αγαστή οικουμενιστική συνεργασία και οι συμπροσευχές των Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών της πρώην Γιουγκοσλαβίας -η οποία όπως βλέπουμε αναπτύχτηκε με την ανάληψη των πανεπιστημιακών θέσεων εκ μέρους των Ιουστινιτών και συνεχίστηκε με ενεργή συμμετοχή τους- δεν έφερε την ειρήνη, την ενότητα, την αγάπη, για τα οποία εκόπτοντο τόσο πολύ υποτίθεται οι συμμετέχοντες, αλλά κατέληξε σε φρικτό πόλεμο μεταξύ Κροατών και Σέρβων, συνέχεια στην ουσία του Β' Παγκοσμίου πολέμου, με τον οποίο ολοκληρώθηκε διωγμός και εκκαθάριση των Σέρβων από τα μέρη της σημερινής Κροατίας (του πρώην Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας των Ουστάσι επί του Β' Παγκοσμίου Πολέμου), διεπράχθησαν πάλι αποτρόπαια εγκλήματα εις βάρος του Σερβικού λαού και διαλύθηκε η Γιουγκοσλαβία; Αυτά είναι τα αποτελέσματα. Την οικουμενιστική πορεία όμως την συνεχίζουνε, σαν να μην συνέβη τίποτα. Υπάρχει μήπως καμμία δέσμευση;

συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: